Πέμπτη 9 Απριλίου 2009

Για κάποιες νύχτες που...


Σου στέλνω τον πίνακα που έχει φύγει εδώ και καιρό από τα χέρια μου αλλά επιστρέφει κι επιστρέφει συχνά για να ισορροπεί τις νύχτες σαν παραθυρόφυλο που το πηγαίνει πέρα δώθε ο αέρας αλλά δεν χτυπάει στον τοίχο για να μην με ξυπνήσει. Ένα διακριτικό θρόισμα. Έχω αρχίσει να αποσυντίθεμαι και τα κομμάτια μου γλιστράνε στην Πατησίων, περνάνε μπροστά από την κατάληψη αλλά δεν γυρίζουν να κοιτάξουν, την Αλεξάνδρας, την Πέτρου Ράλλη...και πάλι δεν γυρίζουν να κοιτάξουν. Μετά πάλι, κάθε απόγευμα τα κομμάτια μου γυρίζουν από τα μεθυσμένα τους μικρά ταξίδια, παίρνουν τη θέση τους σε συνελεύσεις, περνάνε ξυστά από τις παθολογίες, κάνουν πως δεν ακούνε τις μικρές κακεντρέχειες, πεταρίζουν από χαρά στις πιο γλυκές χειρονομίες, ξεβράζουν τα νοήματα από τα μεθυσμένα τους ταξίδια, ομονοούν και χαμογελάνε. Αυτός είμαστε λένε και δείχνουν τη μεσήλικη συμπύκνωσή μου. Ετοιμάζονται να ξαπλώσουν και με φωνάζουν να τα αγκαλιάσω σαν ένα φθαρμένο σεντόνι που δεν προφταίνει να ξηλώνει τα φτέλια του για να καμωθεί το καινούργιο. Κι εγώ πάω σιγά σιγά.
Σε συμμερίζομαι περισσότερο απ' ό,τι φαντάζεσαι. Ακούω τα δικά σου γλιστρίματα, χρησιμοποιώ τους κοινότυπους κώδικες για να τους μιλήσω, ασκώ τις μικρές μου σιωπές μετά από φλύαρα ξεφυσήματα αλλά δεν νομίζω ότι μπορώ να συνεισφέρω ουσιαστικά στα προσωπικά μας δράματα. Απλά είμαστε, μόνοι, μαζί, αστρόσκονη που διασκεδάζει στα κύτταρά μας, βασανίζεται από τις φοβίες μας, τσαντίζεται από την αλόγιστη έκθεση αλλά δεν είμαι και σίγουρος ότι βιάζεται να ακολουθήσει το δρόμο της χωρίς εμάς. Θραύσματα χαρωπού σύμπαντος με χάχανα, μοναξιές και ακαταλαβίστικους φθόγγους με το δάχτυλο στο γενικό διακόπτη να σαρκάζει την επιφάνεια των χειρονομιών μέχρι να κάνει την οριστική και τελεσίδικη κίνηση. Ωραία!

Τα σέβη μου