Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2007

Όταν ανατέλλει πρόσφυγες




Ταξίδι στα συνώνυμα

ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΕΠΙΘΕΤΩΝ, ΡΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ

πάντα αγέλαστοι,

όταν κοιμούνται αγριεύονται,

με το βλέμμα των “αγράμματων”,

εξουθενωμένων από την αγωνία και την ανάγκη,

με τον άνεμο της δυστυχίας και το θρόισμα της απόγνωσης,

και την απορία, την αμηχανία,

μια θλίψη σα θυμός που ασφυκτιά,

ξεπεσμός χωρίς ντροπή,

την ντροπή την έπνιξε η ταλαιπωρία,

όλα ακροβατούν πάνω στον τεντωμένο φόβο,

στη φρίκη που πρέπει να μείνει πίσω,

μπούχτισμα από τις απώλειες,

οι βιαστικοί αποχωρισμοί που τρυπώσαν στα όνειρα,

φθόνος για την ατυχία,

και ένα δάκρυ πάντα διαθέσιμο,

η ακατάληπτη ευγένεια των εκτεθειμένων,

η ελπίδα πεθαίνει πάντοτε πρώτη,

έρημοι,

αλλά ίσως ζωντανοί σε μια μετά θάνατον ζωή,

καρτερούν το άγνωστο,

με τη μνήμη στην κόλαση,

και τα κότσια στο μέλλον,

ψηλαφούν με κρυμμένη περηφάνια

τον μονόδρομο της ξενιτιάς,

παραβαίνοντας με νηφάλιο θράσος,

ψάχνοντας τις προσδοκίες,

έχουν ήδη χάσει

ΣΤΟ ΧΑΟΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΗΣ

της ψύχραιμης λεηλασίας,

με διωγμούς, βομβαρδισμούς, βασανιστήρια, θρήνους, πείνα,

γνωρίζουν το ρήμα εγκαταλείπω,

ανάμεσα σε συμφορές και συντρίμμια,

σε κάποια ανατολή της απόφασης,

με οδοιπορία έως το πέρασμα,

ή με τη θάλασσα, να αποπλέουν από μια αποβάθρα,

στην απαραίτητη μεσόγειο,

με τα ναύλα των δούλων στο χέρι,

με τον προορισμό τους στα χέρια του έμπορου και της τύχης,

λέμβος, λιμάνι, νύχτα, ξεφεύγω, πλοιάριο, σωσίβιο, βουλιάζω, πνιγμός ή γλιτώνω, σώζομαι, φυγή,

αποβιβάζομαι γυμνός,

έσχατοι χωρίς κραυγές στην ησυχία των συνόρων,

κρυμμένοι,

σε μάταιο καταφύγιο,

και την αγριάδα των κυνηγημένων

ΟΙ ΑΚΤΕΣ ΤΩΝ ΠΕΡΙΠΟΛΩΝ

ξανά στις όχθες της αδικίας,

στην πολιτισμένη ευγένεια της απαξίας,

στον περίφρακτο κι ακατ-ανόητο αποκλεισμό,

στην φτωχή γλώσσα της αποξένωσης,

στην παθογένεια της δημοκρατίας

ΣΤΟΝ ΒΑΡΕΤΟ ΜΟΝΟΛΟΓΟ ΤΗΣ ΝΤΟΠΙΑΣ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑΣ

να ένα νέο πρόσωπο των άλλων,

με τους κανόνες τους να είναι αντικανονικοί,

τουλάχιστον ενοχλητικοί με το εκβιαστικό πρόβλημα τους,

αταίριαστοι με την ομοιογένεια των εθίμων,

διαφορετικοί από μας ακόμη και στην άκρη της θλίψη τους,

ένα ζήτημα που πρέπει να λύσουν οι αρμόδιοι,

ένα θήραμα για τις Αρχές,

κατώτεροι αφού μπορούμε και τους κρίνουμε,

μια ανεπιθύμητη μαρτυρία,

ένα μηδέν που κατάφερε να αποδράσει από το τίποτα,

οι χειρότεροι ξένοι χωρίς διαπιστευτήρια,

αντικείμενα που διεκδικούν την αξόδευτη περιφρόνηση,

πρόθυμοι σκλάβοι που δεν τους ζήτησε κανείς,

για την εξουσιαστική πραγματικότητα ο πρόσφυγας είναι ο ΕΣΧΑΤΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, ο ΕΣΧΑΤΟΣ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΣ

ΣΤΟΝ ΒΑΡΕΤΟ ΜΟΝΟΛΟΓΟ ΤΩΝ ΝΤΟΠΙΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΩΝ

το μεγάλο πρόσχημα της ανθρωπιστικής βοήθειας,

γι’ αυτούς που είναι αντίκρυ,

για τον ορισμό του αξιοθρήνητου,

ένα αποκρουστικό χάδι για τους άπορους,

αφήνοντας άθικτο τον πολιτισμό της διάκρισης,

τον καθησυχασμό της ελεημοσύνης,

διαιωνίζοντας τις παράλληλες μοίρες,

γέρνοντας το “μεγαλείο” τους προς τους φουκαράδες

ΓΕΛΙΑ ΑΠΟ ΣΥΡΜΑΤΟΠΛΕΓΜΑΤΑ

πώς καταφέρνουν οι κολασμένοι τη διέλευση των συνόρων;

έλεγχοι που παλινδρομούν ανάμεσα στην αυστηρότητα και την ανυπαρξία,

με την αστυνομία να παίρνει τα ποσοστά της,

και να στέλνει με το άλλο της πρόσωπο στο αυτόφωρο

με ύφος αναπόφευκτης απέλασης,

υπάλληλοι γελάν μπροστά στα δικαιολογητικά,

στις αιτήσεις ασύλου,

μπροστά στους δέσμιους,

γέλια από συρματοπλέγματα,

έγκλειστοι πρόσφυγες,

εκλιπαρώντας φαντάσματα δικηγόρων,

εθνικότητα με νοήματα,

υπηκοότητα για να είσαι κάπου υπήκοος

ροζ κάρτα στην καλύτερη,

μια ροζ παράταση του λαθραίου,

η καταστολή δεν έχει εθνικότητα, έχει μόνο χειρονομίες,

κάποιος ξενώνας ή παράπηγμα,

ένας περιορισμός χωρίς προθεσμία,

ουρά για κάποιο συσσίτιο,

ψυχρότητα λέξη σε όλες τις κλίσεις

θα μπορούσε να είναι ένα ατελείωτο

ΤΕΛΟΣ για τους πρόσφυγες

αν δεν υπήρχε ένα ακόμη συνώνυμο στη γλώσσα μας που ασφυκτιά μαζί με την ελευθερία και την αξιοπρέπεια

ενάντια στην ύβρι της εξουσίας

Η ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ

Δεν υπάρχουν σχόλια: