Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2007

Στον ήλιο του Φλέτσερ...

Ο πλοίαρχος Φλέτσερ

Ο Γερμανός εμποροπλοίαρχος Χένρυ Φλέτσερ

εξόκειλε στον Ματαπά με το φορτηγό «Σχελδ»,

γιατί λόγω ομίχλης δεν μπόρεσε να κατεβάσει τον ήλιο με τον Εξάντα.

Τρελάθηκε και πέθανε στον Πειραιά από ηλίαση.


Ο πλοίαρχος Φλέτσερ έριξε τον «σχελδ» στον Ματαπά

Μια μέρα που των θαλασσών πάλευαν τα στοιχεία

Γιατί ήλιος δεν φαινότανε το στίγμα του να βρει

Ούτε μπορούσε απ’ τις στεριές να πάρει αντιστοιχία


Κι αυτό στο μέρος που έπεσεν εσφήνωσε βαθιά

Τόσο που οι βράχοι οι μυτεροί μεμιάς το καταστρέψαν

Μα τίποτ’ απ’ το πλήρωμα δεν έπαθε κανείς

Κι όλοι με κάποιο ρυμουλκό στον Πειραιά επιστρέψαν


Σε λίγες μέρες φύγανε, τρισάθλιοι ναυαγοί

Μια μελαγχολική, στυγνά θλιμμένη συνοδεία

Κι έμεινε ο Φλέτσερ μοναχά, ζητώντας στο πιοτό

Την πίκρα του στα βρωμερά να πνίξει καφωδεία


Κοντός με το πηλήκιο του το γείσο το χρυσό,

Και με τα τέσσερα χρυσά γαλόνια του τ’ αστέρια

Έμπαινε μόλις άρχιζε ν’ απλώνει η νυχτιά

Και την αυγήν αναίσθητο τον βγάζανε στα χέρια


Μα τα γαλόνια ξέφτισαν και σκίστηκ’ η στολή

Τα ωραία του ρούχα επούλησε την πέτσινή του τσάντα

Κι ένα εργαλείο εκράτησε μοναχά, ναυτικό,

Τ’ όργανο εκείνο που μετράν τον ήλιο, τον εξάντα


Η στενοχώρια και το αλκοόλ δουλεύοντας σιγά

Μέρα τη μέρα σ’ ένα χαίνον χάσμα τον ωθούσαν

Τρελάθηκε. Τον πείραζαν στους δρόμους τα παιδιά

Κι οι ψείρες πάνω στα ξανθά του γένια περπατούσαν


Όταν ο ήλιος φλόγιζε τον αττικό ουρανό

Αυτός με τον εξάντα του στο χέρι εξεκινούσε

Το ύψος του γοργά υπολόγιζε σε μια μαούνα ορθός

Κι ύστερα αισχρά μουντζώνοντας τον ήλιο, εβλαστημούσε


Μα κάποια μέρα βλέποντας με τ’ όργανο ψηλά

Έφυγε για το σκοτεινό λιμάνι του θανάτου

Ενώ σιγά σαν πάντοτε, φαιδρός και φλογερός

Ο ήλιος την κανονική διέσχιζε τροχιά του.

Ν. Καββαδίας, Μαραμπού, 1933


Ένας φίλος έλεγε τις προάλλες, ότι ακόμη και στο χωριό του βρίζουν τους αναρχικούς, ακόμη κι εκεί, τόσο μακριά, στις πλαγιές ενός απόμακρου βουνού... Θα πεις, ότι ακόμη κι εκεί φτάνουν οι εικόνες της τηλεόρασης, εικόνες που δεν χρειάζονται να διαθλάσουν την πραγματικότητά μας, μια και η διάθλαση προϋποθέτει και κάποια σχέση με τηνσυγκεκριμένη πραγματικότητα. Οι μακρινοί χωρικοί δεν γνωρίζουν. Ο Φλέτσερ δεν είναι απαραίτητο να γνώριζε τα λιμάνια ούτε τους ανθρώπους τους. Έπρεπε απλά να φτάσει εκεί, επειδή λάτρευε το ίδιο το ταξίδι μέχρι τον προορισμό του. Οι άνθρωποι των λιμανιών ήταν η κορνίζα του ταξιδιού του. Ήταν ο χαμένος του χρόνος. Ένας χρόνος χωρίς ταξίδι ήταν το δικό του τίποτα.

Οι χωρικοί είναι πιθανόν να πεθάνουν χωρίς να γνωρίσουν τίποτε από έναν άλλο λόγο για την ελευθερία, τίποτε ίσως από μια πλευρά της δικής τους ελευθερίας, να μην γνωρίσουν την πραγματικότητα πέρα από τις «επιστημονικά» διαθλώμενες εικόνες των οθόνων. Οι αναρχικοί θα παραμείνουν απειλητικές και θορυβώδεις σκιές μέσα σε ένα κουτί, στο οποίο οι χωρικοί δεν πρόκειται να αντιπούν ποτέ τίποτε.

Ίσως οι αναρχικοί –συντροφιά με την θορυβώδη εικονική τους σκιά- εντέλει μοιάζουν να λατρεύουν όλο το ταξίδι μέχρι τον προορισμό. Ο πλοίαρχος Φλέτσερ χάθηκε στην ομίχλη, τα εργαλεία του δεν κατέβασαν τον ήλιο όπως απαιτούσε το ταξίδι, και εξόκειλε, χωρίς ευτυχώς το πλήρωμα να χάσει τίποτε περισσότερ, πέρα από την αξιοπρέπειά του, κι αυτό για λίγο. Αυτός έχασε τον προορισμό του. Δεν τελείωσε ποτέ το ταξίδι όπως αυτός ήθελε. Οι αναρχικοί περιφρονώντας την διαθλώμενη εικόνα τους, μέσα στην ομίχλη των προθέσεων, χάνουν τη σκιά τους μαζί με τον ήλιο της πιο σκληρής πραγματικότητας. Τα διαδικαστικά εργαλεία δεν βοηθάν το ταξίδι και ο χρόνος στην αδημονούσα ξέρα (οι φάροι ανήκουν στην κυριαρχία) μαζί με την αξιοπρέπεια διαπραγματεύεται και μικρές προσωπικές ελευθερίες. Ο Φλέτσερ τρελαίνεται αργά και σταθερά στον προορισμό του ανολοκλήρωτου ταξιδιού. Οι άνθρωποι του λιμανιού δεν μπορούν να κάνουν τίποτε γι’ αυτόν. Πεθαίνει με τα εργαλεία του βρίζοντας τον ήλιο. Πεθαίνει από τον ήλιο.

Τουλάχιστον ο Φλέτσερ πέθανε συνεπής στο ταξίδι. Όσον αφορά μερικούς αναρχικούς του παρελθόντος, μετά την «ξέρα», στην συντριπτική τους πλειονότητα ούτε τρελάθηκαν, ούτε κράτησαν αυτό το αδικαίωτο εργαλείο, ούτε φυσικά και πέθαναν. Περιφέρουν την απλή τυπική λογική και κανείς δεν γνωρίζει αν στην τσάντα τους κουβαλάνε και την απόγνωση. Για μας, που έχουμε μπαρκάρει κι είμαστε στη μέση του ταξιδιού, ας μην αφήνουμε τίποτα ατιμώρητο από αδιαφορία, ας εφευρίσκουμε διαρκώς καινούργια εργαλεία στη διαδρομή, ας ξεκαθαρίζουμε επί τόπου τις ομιχλώδεις προθέσεις και ας υποκλινόμαστε στις μικρές ελευθερίες των ανθρώπων του κάθε μας προορισμού.

Για να μην περιφέρουμε ένα οδυνηρό «γαμώτο» μέχρι να μας εξοντώσει ένας ενδεχόμενος ήλιος της πιο σκληρής πραγματικότητας.

7 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μα τα γαλόνια ξέφτισαν και σκίστηκ’ η στολή

Τα ωραία του ρούχα επούλησε την πέτσινή του τσάντα

Κι ένα εργαλείο εκράτησε μοναχά, ναυτικό,

Τ’ όργανο εκείνο που μετράν τον ήλιο, τον εξάντα

φοβεροί στίχοι, πράγματι... αν και για να πω την αλήθεια με ξενίζει λίγο ο λόγος περί αναρχικών. Εγώ εδώ είχα δει την άρνηση της ταυτότητας και την επικράτηση της επιθυμίας και της "λούφας"

Ανώνυμος είπε...

Επικράτηση της επιθυμίας και της λούφας;...Εντυπωσιάζομαι αγαπητέ/ή arsene!
Κάποιο λόγο θα έχεις ωστόσο για να γίνεσαι τόσο δηκτικός/ή...
Όχι φίλε/η! Η αναρχία είναι στάση ζωής που γίνεται αντιληπτή και πέρα από τα λάβαρα και τις εκκωφαντικές διακηρύξεις. Το ένα μέρος της -και το πιό σημαντικό- είναι ο δρόμος, η πραγματικότητα, η καθημερινή ζωή, οι άμεσες και απτές διαδικασίες. Το άλλο είναι αυτό εδώ: μια ψηφιακή προέκταση. Που συνδιαλέγεται με την πραγματικότητα χωρίς την υποκαθιστά.
Έχει και έχω επίγνωση του μέτρου της.
Το ιστολόγιο αυτό είναι ΣΑΦΩΣ αναρχικό ευθύς εξαρχής, είναι πολιτικό χωρίς να είναι στρατευμένο, προσπαθεί να φωτογραφίσει αδιέξοδα και αντιφάσεις στην λογική του ξεπεράσματός τους, δεν αρνείται την ταυτότητα ούτε και την αυτοκριτική. Απλά δεν κραυγάζει, δεν ξεφωνίζει, δεν περιγράφει ούτε και υπερασπίζεται καμία ιδεολογία.
Είναι το άπλωμα ενός χεριού που ποτέ δεν έκρυψε την πρόθεσή του...
Αρκεί μια ματιά στην πάνω δεξιά πλευρά του ιστολογίου.

Ανώνυμος είπε...

με μπέρδεψες! δηκτικός; μα γιατί;

Ανώνυμος είπε...

Μάλλον εσύ με μπέρδεψες! Θεωρώ ότι η πρόταση "Εγώ εδώ είχα δει την άρνηση της ταυτότητας και την επικράτηση της επιθυμίας και της "λούφας", είναι διατυπωμένη με αρνητικό πρόσημο και ολίγον σαρκασμό.
Τώρα αν εσύ με αυτήν την πρόταση τοποθετείσαι θετικά προς το ιστολόγιο, τότε υπάρχει πρόβλημα κατανόησης. Παίρνω την δηκτικότητα πίσω αλλά αφήνω την υπόλοιπη απάντηση ανέφικτη. Πολιτική ταυτότητα υπάρχει κατεπιλογήν, δεν υπάρχουν γενικές αναφορές στην "επιθυμία" αλλά υπάρχει βέβαια αρνητικότητα προς την αστική ηθική της εργασίας.
Τα σέβη μου.

Ανώνυμος είπε...

Εντελώς διευκρινιστικά, όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ τουλάχιστον, με την πρόταση "Εγώ είχα δει εδώ την άρνηση της ταυτότητας και την επικράτηση της επιθυμίας και της 'λούφας'" ο arsene τοποθετείται όχι απέναντι στο ιστολόγιο, δίνοντας του οποιοδήποτε πρόσημο, αλλά στην αίσθηση που του έχουν αφήσει οι στίχοι, στη δική του ερμηνεία. Αυτό είναι και ένα από τα καλά της ποίησης, δεν συμφωνείτε;

Ανώνυμος είπε...

Α! Να με συμπαθάτε! Παρεξήγησις μεγάλη...
Επειδή εδώ δεν επιχειρήθηκε μια ερμηνεία του ποιήματος αλλά μια βάση για παραλληλισμούς σε συμπεριφορές και επιλογές ενός πολιτικού χώρου, θεώρησα την αναφορά του arsene σχετική με τον πολιτικό αυτό χώρο ή με αυτό εδώ το ιστολόγιο. Ο λαός βέβαια κάτι λέει στο προκείμενο για μύγα και μυγιάσματα αλλά θέλω να πιστεύω ότι δεν πάσχω από τέτοιας ποιότητας ανασφάλειες.
Να με συμπαθάτε και πάλι.
Τα σέβη μου!

Ανώνυμος είπε...

Ο μούτσος το πιασε! τι πιο ωραίο από τη λούφα και την επιθυμία άλλωστε; αυτό που σχολίαζα είναι ότι δεν έπιανα τον παραλληλισμό σου αιώνιε δευτερόλεπτε...